Η ιστορία και η κατασκευή της κιθάρας
Η κιθάρα θεωρείται από τα παλαιότερα μουσικά όργανα και είναι από τα πιο δημοφιλή σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι ένα πολυφωνικό όργανο (μπορεί να παράγει δηλαδή ταυτόχρονα πολλούς ήχους – για την ακρίβεια, όσους ήχους είναι και οι χορδές της). Τα είδη μουσικής που μπορεί να υποστηρίξει η κιθάρα είναι πολλά· όπως για παράδειγμα κλασική, ποπ, ροκ, μπλουζ, φλαμέγκο, κάντρυ κ.ά. Ένα ίσως από τα μειονεκτήματα της κιθάρας είναι ότι λόγω της χαμηλής της έντασης δεν χρησιμοποιήθηκε από κανέναν συνθέτη ως όργανο της συμφωνικής ορχήστρας. Η κλασική κιθάρα έχει 6 χορδές κουρδισμένες σε μι, λα, ρε, σολ, σι και μι εκ των οποίων οι τρεις ψηλότερες είναι από νάιλον ενώ οι τρεις χαμηλότερες έχουν περιέλιξη από μέταλλο.
Η κιθάρα είναι έγχορδο όργανο που παίζεται συχνά με τα δάχτυλα ή με πένα και ανήκει στην οικογένεια των χορδόφωνων, μουσικά όργανα που παράγουν ήχο μέσω των χορδών. Οι ιστορικοί γνωρίζουν ότι τα χορδόφωνα εμφανίστηκαν ιστορικά αργότερα από τα πνευστά και τα κρουστά όργανα. Οι πρόγονοι της κιθάρας εμφανίζονται ιστορικά ήδη από το 2000 π.Χ. Πολλές θεωρίες έχουν αναπτυχθεί για την ιστορική προέλευση της κιθάρας. Κάποιες λένε πως κατάγεται από το λαούτο ή ακόμα και από την αρχαία ελληνική κιθάρα (τετράγωνη σε σχήμα άρπα με 7 χορδές) ενώ άλλοι, μεταξύ των οποίων ο Michael Kasha[1], Αμερικανός φυσικός-χημικός και γνωστός για την εργασία του πάνω στην ποιότητα και την αντοχή της ακουστικής κιθάρας. (Το σχέδιο της κιθάρας του είναι πατέντα γνωστή ως “κιθάρα του Kasha”), αναφέρουν, πρώτον, ότι το λαούτο και η κιθάρα μοιράζονται κοινούς προγόνους, αλλά ως μουσικά όργανα εξελίχθηκαν ξεχωριστά και, δεύτερον, ότι η μόνη σχέση που έχει η αρχαιοελληνική κιθάρα με τη σημερινή είναι στο όνομα (ελλ: κιθάρα, ισπ: quitarra).
Η αρχαιοελληνική κιθάρα πήρε το όνομά της από το τετράχορδο πέρσικο μουσικό όργανο “chartar” απ’ όπου και προέρχεται. Το όνομα εξελληνίστηκε και έτσι δημιουργήθηκε το ελληνικό μουσικό όργανο κιθάρα, το οποίο αρχικά είχε 4 χορδές και αργότερα κατέληξε με 7.
Ένας από τους αρχαιότερους προγόνους της κιθάρας είναι κοίλες άρπες κατασκευασμένες από καβούκια χελώνας ή κολοκύθες που είχαν το ρόλο των αντηχείων, ένα λυγισμένο κλαδί και χορδή ή χορδές από εντόσθια ζώων ή μετάξι. Τα μουσεία έχουν πολλά τέτοια ευρήματα, προερχόμενα από τους Σουμέριους, τους Βαβυλώνιους και τους Αιγύπτιους.
Άλλος πρόγονος είναι το “tanbur”, ένα μακρύλαιμο έγχορδο όργανο με μικρό αχλαδόσχημο σώμα. Το πιθανότερο είναι ότι το “tanbur” εξελίχθηκε από την κοίλη άρπα, καθώς ο κυρτός λαιμός άρχισε να ισιώνει, έτσι ώστε οι χορδές να παράγουν περισσότερες συχνότητες.
Το πιο παλιό διασωζόμενο κιθαροειδές όργανο είναι 3.500 ετών, βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο του Καϊρου και ανήκε στον Αιγύπτιο τραγουδιστή Har-Mose, ο οποίος ετάφη με το όργανό του, δίπλα στον τάφο του εργοδότη του Sen-Mut, αρχιτέκτονα στο επάγγελμα.
To “tanbur” στις Αραβικές χώρες είχε διαφορετική πορεία και ανάπτυξη, αλλάζοντας τις αναλογίες και παραμένοντας άταστο δημιουργήθηκε το γνωστό μας “ούτι”. Οι ευρωπαίοι πρόσθεσαν τάστα στο ούτι και το ονόμασαν λαούτο (αυτό προέρχεται από την αραβική λέξη “Al’ ud”, που σημαίνει το ξύλο, μέσω της ισπανικής λέξης “laud”)
Το όνομα κιθάρα (αγγλ: guitar) προέρχεται από τη Σανσκριτική λέξη “tar” = χορδή. Πολλές ονομασίες ασιατικών εγχόρδων έχουν τη λέξη “Tar” ως δεύτερο συνθετικό και μια άλλη λέξη ως πρώτο, η οποία υποδεικνύει κάθε φορά τον αριθμό των χορδών. Π.χ. Dotar (δίχορδο που συναντούμε στο Τουρκεστάν) από την Περσική λέξη do=δύο και tar.
Setar (τρίχορδο όργανο, πρόγονος του Ινδικού sitar. Το sitar έχει παραφρασμένο όνομα και στην εξέλιξή του προστέθηκαν πολλές ακόμα χορδές) από την Περσική λέξη se=τρία και tar.
Chartar (τετράχορδο μουσικό όργανο από όπου προήλθαν και όλες οι Ευρωπαϊκές ονομασίες του συγκεκριμένου οργάνου – Ελλ: κιθάρα, ισπ: quitarra, ιταλ: chitarra, αγγλ: guitar) από την Περσική λέξη char= τέσσερα και tar
Το Περσικό έγχορδο chartar (με 4 διπλές χορδές) έφτασε στην Ισπανία, όπου άλλαξε σε σχήμα και κατασκευή και κατέληξε στη γνωστή μας σύγχρονη κιθάρα.
Τον 16ο αιώνα, εμφανίζεται η κιθάρα με 5 διπλές χορδές στην Ιταλία που σταδιακά παραγκώνισε την τετράχορδη ( η γνωστή “guitarra battente”) . Το χόρδισμά της ήταν Λα, Ρε, Σολ, Σι, Μι.
Η πεντάχορδη κιθάρα έδωσε τη θέση της το 17ο αιώνα στην εξάχορδη (αυτή τη φορά 6 μονές χορδές), πάλι με πρωτεργάτες τους Ιταλούς.
Τον 19ο αιώνα η κιθάρα αρχίζει να παίρνει την τελική της και σύγχρονη μορφή, όταν ο Ισπανός κατασκευαστής Antonio Torres[2] αύξησε το μέγεθος του σώματός της, άλλαξε τις αναλογίες και εισήγαγε το επαναστατικό στήριγμα των χορδών στην κορυφή του μπράτσου σε σχήμα βεντάλιας. Το σχέδιό του βελτίωσε ριζικά τον όγκο και την αντήχηση και πολύ γρήγορα καθιερώθηκε.
Επικοινωνήστε με το Ωδείο Όπερα Αθηνών στο τηλέφωνο 210 8678239 ή συμπληρώστε την παρακάτω φόρμα και θα σας καλέσουμε για να συζητήσουμε οποιαδήποτε πληροφορία χρειάζεστε