Ο ρόλος του ερμηνευτή στη μουσική δημιουργία
Ταξιδεύοντας στα έργα των μεγάλων συνθετών μέσα από τις ερμηνείες κορυφαίων εκτελεστών συχνά διερωτάται κανείς τι είναι εκείνο που κάνει τις αναγνώσεις αυτές τόσο ξεχωριστές ώστε να γίνουν αξεπέραστες Ποιο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το πρότυπο ενός ιδανικού ερμηνευτή και ποιες προϋποθέσεις χρειάζεται εκείνος να πληροί.
Κατ’ αρχάς ο ερμηνευτής είναι ο διαμεσολαβητής. Είναι ο ζωντανός σύνδεσμος μεταξύ του συνθέτη και του κοινού, του αποδέκτη της δημιουργικής του έμπνευσης. Υπάρχουν δύο απόψεις σε ό,τι αφορά τη μουσική εκτέλεση, η πιστή αναπαραγωγή του κειμένου και από την άλλη η ερμηνεία, που ανανεώνει τη δημιουργία. Είναι όμως αυτονόητο ότι η αυστηρά πιστή εκτέλεση περιορίζει ασφυκτικά την ελευθερία στην ερμηνεία, η οποία τελικά έγκειται μάλλον στην ιδιοσυγκρασία, τις ανάγκες και τα δεδομένα της εκάστοτε εποχής, ακυρώνοντας έτσι την υπόθεση μιας αντικειμενικής, «ορθής» ερμηνείας.
Δημιουργός και ερμηνευτής ενεργούν από τη δική τους στιγμή διαφορετικά. Ο δημιουργός ξεκινώντας από το μηδέν φτάνει στην ολοκλήρωση ενός έργου, που είναι το αποτέλεσμα μιας επώδυνης πολλές φορές εσωτερικής διαδικασίας. Από την πλευρά, ο ερμηνευτής οφείλει να αποδώσει και τις πιο μικρές λεπτομέρειες, για να εισχωρήσει στις φαινομενικά άγνωστες πτυχές του έργου. Ο δημιουργός επομένως προχωρεί από το εσωτερικό προς το εξωτερικό, ενώ ο ερμηνευτής προβαίνει στην αντίστροφη διαδικασία, και, με εφόδια συγκεκριμένα στοιχεία που του παρέχει το κείμενο, επιχειρεί την ανακατασκευή του συνόλου. Σίγουρα αυτό δεν θα επιτευχθεί προσπαθώντας να παραμείνει πιστός σε ό,τι είναι γραμμένο ούτε αφήνοντας να παρασυρθεί από τις επιταγές που του υπαγορεύει μόνο το προσωπικό του ένστικτο. Η διατήρηση άλλωστε αυτής της ισορροπίας είναι και η ευθύνη που έχουμε απέναντι στη μουσική.
Ο εκτελεστής είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει την παρτιτούρα. Επίσης σημαντική είναι η ικανότητά του να αποκρυπτογραφεί τα δεδομένα που του διατίθενται για να μπορεί να δει το έργο σαν σύνολο, να κατανοήσει το ύφος, το χαρακτήρα και να επιτύχει μια όσο το δυνατόν πιο εύστοχη προσέγγιση. Μπροστά σε ένα μουσικό κείμενο, ο ερμηνευτής καλείται να αντιμετωπίσει ένα σύνολο ενδείξεων, οι οποίες πολλές φορές μπορούν να έχουν να κάνουν και με τη σημειογραφία που ποικίλλει ανάλογα με τις εποχές και τα συστήματα. Αναμφίβολα η ελευθερία του ερμηνευτή υποτάσσεται στους αισθητικούς κανόνες κάθε εποχής. Οι συνθέτες για παράδειγμα της κλασικής περιόδου χρησιμοποιούν πολύ λιγότερες ενδείξεις από αυτούς της ρομαντικής περιόδου. Η ρομαντική μουσική αφήνει ελάχιστο ποσοστό ελευθερίας στον ερμηνευτή, αφού η παρτιτούρα συνήθως είναι γεμάτη από ερμηνευτικές υποδείξεις. Στην πραγματικότητα η ερμηνεία ξεπερνάει τα δεδομένα, αφού το κείμενο αδυνατεί να αποδώσει καθ’ ολοκληρία τη σκέψη και την ψυχολογία του συνθέτη, πράγμα που καλείται να επιτύχει ο ερμηνευτής εισχωρώντας σε μια διαδικασία αναδημιουργίας του έργου. Το μουσικό κείμενο και ό,τι αυτό περιλαμβάνει θα πρέπει να αφομοιωθεί στο νου και την ψυχή του καλλιτέχνη, έτσι ώστε ο ίδιος να μπορέσει να ανταποκριθεί στις υψηλές απαιτήσεις του εκάστοτε έργου. Ο ερμηνευτής οφείλει να έχει συνεχώς υπόψη του τις προθέσεις του δημιουργού σε συνδυασμό με τα προσωπικά του βιώματα. Να σέβεται τις απαιτήσεις του συνθέτη και να είναι άριστος γνώστης και βαθύς μελετητής της παρτιτούρας, για να μεταδίδει τα έργα στο κοινό με γνησιότητα, αγάπη και ειλικρίνεια. Έτσι, ακόμα και αποκλίσεις από το πρωτότυπο κείμενο μπορούν όχι μόνο να δικαιολογηθούν, αλλά να γίνουν αβίαστα και όμορφα αποδεκτές.
Η μουσική λοιπόν είναι επικοινωνία, ένα ταξίδι στον κόσμο των συναισθημάτων και της φαντασίας. Όταν ο ερμηνευτής είναι ειλικρινής προς τον εαυτό του, πιστός στο δημιουργό, γνήσιος με το κοινό του, η ακρόαση γίνεται κάτι μαγικό.
Επικοινωνήστε με το Ωδείο Όπερα Αθηνών στο τηλέφωνο 210 8678239 ή συμπληρώστε την παρακάτω φόρμα και θα σας καλέσουμε για να συζητήσουμε οποιαδήποτε πληροφορία χρειάζεστε